ΤΟ ΑΝΕΚΔΟΤΟ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ!
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια μαύρη χώρα, ζούσε ένας μαύρος άνθρωπος που είχε ένα μαύρο σπίτι, μια μαύρη κόρη και μια μαύρη γκουβερνάντα. Μια μαύρη μέρα η μαύρη νταντά είπε στο μαύρο άνθρωπο:
-Η μαύρη κόρη σου δεν θέλει να φάει. Τι θα κάνουμε;
Ο μαύρος άνθρωπος λοιπόν καβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση μέχρι που έφτασε
σε ένα μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και ρώτησε τον μαύρο διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-10 κιλά, κύριε.
-Πολλά είναι.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει
στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Πώς είναι η μαύρη κόρη μου;
-Δεν τρώει τίποτα, ό,τι κι αν κάνω.
ξανακαβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση, παίρνει μια
μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα φτάνει σε μια μαύρη στεριά και βρίσκει ένα άλλο μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και
ρώτησε τον μαύρο διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
-Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-5 κιλά, κύριε.
-Πολλά είναι.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Πώς είναι η μαύρη κόρη μου;
-Τίποτα, μπουκιά δεν έχει βάλει στο στόμα της.
Ξανακαβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, φτάνει σε μια μαύρη στεριά, παίρνει ένα μαύρο πλοίο, διασχίζει έναν μαύρο ωκεανό μέχρι που έφτασε σε ένα άλλο μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και ρώτησε τον μαύρο διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
-Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-1 κιλό, κύριε.
-Πολύ είναι.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει το μαύρο πλοίο, αφήνει πίσω του τον μαύρο ωκεανό, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα Βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Λοιπόν καμιά εξέλιξη;
-Όχι τίποτα, δεν τρώει. Πρέπει να κάνετε κάτι.
Ξανακαβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, φτάνει σε μια μαύρη στεριά, παίρνει ένα μαύρο πλοίο, διασχίζει έναν μαύρο ωκεανό, φτάνει σε μια μαύρη ήπειρο μέχρι που έφτασε σε ένα άλλο μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και ρώτησε τον μαύρο διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
-Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-Μισό κιλό, κύριε.
-Πολύ είναι.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει το μαύρο πλοίο, αφήνει πίσω του τον μαύρο ωκεανό, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει
μια μαύρη θάλασσα, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το
μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Λοιπόν, τρώει;
Όχι, τίποτα
ανακαβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, φτάνει σε μια μαύρη στεριά, παίρνει ένα μαύρο πλοίο, διασχίζει έναν μαύρο ωκεανό, φτάνει σε μια μαύρη ήπειρο, διασχίζει μια μαύρη έρημο μέχρι που έφτασε σε ένα άλλο μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και ρώτησε τον μαύρο
διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
-Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-100 γραμμάρια κύριε.
-Θα το πάρω.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, διασχίζει τη μαύρη έρημο παίρνει το μαύρο πλοίο, αφήνει πίσω του τον μαύρο ωκεανό, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Λοιπόν, τρώει;
Όχι, τίποτα
Πάει στο δωμάτιο της κόρης του, της δείχνει το μαύρο κορίτσι και της λέει:
-Να έτσι θα γίνεις κι εσύ άμα δεν τρως!
-Η μαύρη κόρη σου δεν θέλει να φάει. Τι θα κάνουμε;
Ο μαύρος άνθρωπος λοιπόν καβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση μέχρι που έφτασε
σε ένα μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και ρώτησε τον μαύρο διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-10 κιλά, κύριε.
-Πολλά είναι.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει
στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Πώς είναι η μαύρη κόρη μου;
-Δεν τρώει τίποτα, ό,τι κι αν κάνω.
ξανακαβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση, παίρνει μια
μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα φτάνει σε μια μαύρη στεριά και βρίσκει ένα άλλο μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και
ρώτησε τον μαύρο διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
-Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-5 κιλά, κύριε.
-Πολλά είναι.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Πώς είναι η μαύρη κόρη μου;
-Τίποτα, μπουκιά δεν έχει βάλει στο στόμα της.
Ξανακαβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, φτάνει σε μια μαύρη στεριά, παίρνει ένα μαύρο πλοίο, διασχίζει έναν μαύρο ωκεανό μέχρι που έφτασε σε ένα άλλο μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και ρώτησε τον μαύρο διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
-Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-1 κιλό, κύριε.
-Πολύ είναι.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει το μαύρο πλοίο, αφήνει πίσω του τον μαύρο ωκεανό, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα Βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Λοιπόν καμιά εξέλιξη;
-Όχι τίποτα, δεν τρώει. Πρέπει να κάνετε κάτι.
Ξανακαβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, φτάνει σε μια μαύρη στεριά, παίρνει ένα μαύρο πλοίο, διασχίζει έναν μαύρο ωκεανό, φτάνει σε μια μαύρη ήπειρο μέχρι που έφτασε σε ένα άλλο μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και ρώτησε τον μαύρο διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
-Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-Μισό κιλό, κύριε.
-Πολύ είναι.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει το μαύρο πλοίο, αφήνει πίσω του τον μαύρο ωκεανό, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει
μια μαύρη θάλασσα, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το
μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Λοιπόν, τρώει;
Όχι, τίποτα
ανακαβαλάει το μαύρο άλογό του, παίρνει τη μαύρη στράτα, διαβαίνει μαύρα βουνά, διασχίζει μαύρα ποτάμια, μαύρα δάση, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, φτάνει σε μια μαύρη στεριά, παίρνει ένα μαύρο πλοίο, διασχίζει έναν μαύρο ωκεανό, φτάνει σε μια μαύρη ήπειρο, διασχίζει μια μαύρη έρημο μέχρι που έφτασε σε ένα άλλο μαύρο ορφανοτροφείο. Κατέβηκε από το μαύρο άλογό του και ρώτησε τον μαύρο
διευθυντή.
-Έχετε μαύρα παιδιά σ' αυτό το μαύρο ορφανοτροφείο.
-Βεβαίως, κύριε.
-Θέλω ένα μαύρο κορίτσι. Το πιο μικρό που έχετε πόσο ζυγίζει;
-100 γραμμάρια κύριε.
-Θα το πάρω.
Χαιρετάει το μαύρο διευθυντή, καβαλάει το μαύρο άλογό του, διασχίζει τη μαύρη έρημο παίρνει το μαύρο πλοίο, αφήνει πίσω του τον μαύρο ωκεανό, παίρνει μια μαύρη βάρκα, διασχίζει μια μαύρη θάλασσα, διασχίζει μαύρα δάση, μαύρα ποτάμια, διαβαίνει μαύρα βουνά, παίρνει τη μαύρη στράτα φτάνει στο μαύρο σπίτι του, κατεβαίνει από το μαύρο άλογό του μπαίνει μέσα και ρωτάει τη μαύρη γκουβερνάντα:
-Λοιπόν, τρώει;
Όχι, τίποτα
Πάει στο δωμάτιο της κόρης του, της δείχνει το μαύρο κορίτσι και της λέει:
-Να έτσι θα γίνεις κι εσύ άμα δεν τρως!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου